Ο γνωστός Αμερικανός διανοούμενος και ακτιβιστής Νόαμ Τσόμσκι έχει τονίσει επανειλημμένα ότι μια έντιμη ιστορία του μεταπολεμικού κόσμου θα έπρεπε να ξεκινά πάντα από ορισμένα κομβικά γεγονότα, ανάμεσα στα οποία συγκαταλέγεται η βρετανική και στη συνέχεια η αμερικανική στρατιωτική επέμβαση στην Ελλάδα το 1944-1949.
Σήμερα, επέτειο της επίθεσης στο λαό της Αθήνας, στις 3- 4/12/1944, που διαδήλωνε στο Σύνταγμα, από τα αγγλικά και τα κυβερνητικά στρατεύματα και τις παραστρατιωτικές φασιστικές οργανώσεις, γεγονότα που σήμαναν ουσιαστικά την έναρξη του εμφυλίου πολέμου, αξίζει να διαβάσει κανείς ένα απόσπασμα από το βιβλίο του “How the World Works”. Οι συνηχήσεις με την περίοδο που διανύουμε είναι κάτι παραπάνω από εντυπωσιακές, έστω κι αν έχουν αλλάξει οι πρωταγωνιστές, οι μορφές και τα ιδεολογήματα.
Α.Α.
Οι μεταπολεμικοί πολιτικοί σχεδιαστές των ΗΠΑ, όπως ο Τζορτζ Κέναν συνειδητοποίησαν ορθώς ότι θα ήταν ζωτικό για την υγεία των αμερικανικών επιχειρήσεων οι άλλες δυτικές βιομηχανικές κοινωνίες να ανοικοδομηθούν από τα ερείπια που είχε προκαλέσει ο πόλεμος, ώστε να μπορούν να εισάγουν αμερικανικά βιομηχανικά προϊόντα και να παράσχουν επενδυτικές ευκαιρίες (προσμετρώ και την Ιαπωνία στη Δύση, ακολουθώντας τη νοτιοαφρικανική σύμβαση που μεταχειρίζεται τους Ιάπωνες ως «σεβαστούς λευκούς»). Αλλά ήταν κρίσιμο η ανοικοδόμηση αυτών των κοινωνιών να γίνει με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο.
Έπρεπε να αποκατασταθεί η παραδοσιακή δεξιά τάξη πραγμάτων, οι επιχειρήσεις να κυριαρχούν, οι εργαζόμενοι να είναι διαιρεμένοι και αδύναμοι και το βάρος της ανοικοδόμησης να πέσει εντελώς στους ώμους των εργατικών τάξεων και των φτωχών.
Το μεγάλο εμπόδιο ήταν η αντιφασιστική αντίσταση, έτσι λοιπόν την καταστείλαμε σε όλο τον κόσμο, εγκαθιστώντας συχνά στη θέση της συνεργάτες των φασιστών και των ναζιστών. Ορισμένες φορές αυτό απαιτούσε ακραία βία, άλλες όμως γινόταν με πιο ήπια μέτρα, όπως η εκλογική νοθεία και η παρεμπόδιση αποστολής τροφίμων που χρειάζονταν απελπιστικά οι κοινωνίες. [...]
Το πρότυπο αυτό τέθηκε το 1942, όταν ο πρόεδρος Ρούζβελτ εγκατέστησε έναν Γάλλο ναύαρχο, τον Ζαν Νταρλάν, ως γενικό κυβερνήτη όλης της γαλλικής Βόρειας Αφρικής. Ο Νταρλάν ήταν κορυφαίος συνεργάτης των Ναζί και συντάκτης των αντισημιτικών νόμων που θεσπίστηκαν από το καθεστώς του Βισί (το καθεστώς -μαριονέτα των Ναζί στη Γαλλία).
Αλλά πολύ πιο σημαντικό ήταν πως στην πρώτη περιοχή της Ευρώπης που απελευθερώθηκε – τη νότια Ιταλία, οι ΗΠΑ, ακολουθώντας τη συμβουλή του Τσόρτσιλ, επέβαλαν μια δεξιά δικτατορία με επικεφαλής τον φασίστα ήρωα πολέμου στρατάρχη Μπαντόλιο και το βασιλιά Βίκτορα-Εμμανουήλ, που επίσης είχε συνεργαστεί με τους φασίστες.
Οι Αμερικανοί σχεδιαστές αναγνώριζαν ότι η «απειλή» στην Ευρώπη δεν ήταν η σοβιετική επιθετικότητα (την οποία σοβαροί αναλυτές, όπως ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ δεν προέβλεπαν), αλλά η αντιφασιστική αντίσταση με τα ριζοσπαστικά δημοκρατικά ιδανικά της, καθώς και η πολιτική ισχύς και η έλξη που ασκούσαν τα κομμουνιστικά κόμματα. Για να αποτρέψουν μια οικονομική κατάρρευση που θα ενίσχυε την επιρροή τους και για να αναστυλώσουν τις κρατικο-καπιταλιστικές οικονομίες της Δυτικής Ευρώπης, οι ΗΠΑ εφάρμοσαν το Σχέδιο Μάρσαλ (με το οποίο η Ευρώπη έλαβε πάνω από 12 δισ. δολάρια σε δάνεια και δωρεές από το 1948 ως το 1951, κονδύλια τα οποία χρησιμοποίησε για να αγοράσει το ένα τρίτο των αμερικανικών εξαγωγών στην Ευρώπη, το 1949, έτος κορύφωσης αυτών των συναλλαγών).
Στην Ιταλία, ένα κίνημα εργατών και χωρικών υπό την καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος είχε κατατροπώσει έξι γερμανικές μεραρχίες κατά τη διάρκεια του πολέμου και είχε απελευθερώσει τη βόρεια Ιταλία. Καθώς προήλαυναν οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις μέσω της Ιταλίας, διέλυαν την αντιφασιστική αντίσταση και αποκαθιστούσαν τη βασική δομή του προπολεμικού φασιστικού καθεστώτος.
Η Ιταλία έγινε μία από τις βασικές περιοχές εφαρμογής υπονομευτικών σχεδίων της CIA, από την εποχή που ιδρύθηκε η αμερικανική μυστική υπηρεσία. Η CIA ανησυχούσε μήπως κερδίσουν οι κομμουνιστές νόμιμα τις κρίσιμες εκλογές του 1948. Πολλές μέθοδοι χρησιμοποιήθηκαν, μεταξύ των οποίων η επαναφορά της φασιστικής αστυνομίας, η διάλυση συνδικάτων και η μη αποστολή τροφίμων. Παρ’ όλα αυτά, δεν ήταν καθόλου σαφές ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα θα μπορούσε να ηττηθεί.
Το πρώτο υπόμνημα του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας, NSC 1 (1948) ανέφερε συγκεκριμένα τις ενέργειες που θα αναλάμβαναν οι ΗΠΑ εάν αναδεικνύονταν οι κομμουνιστές νικητές από τις εκλογές. Μια σχεδιασμένη αντίδραση ήταν η ένοπλη επέμβαση, μέσω στρατιωτικής βοήθειας για μυστικές επιχειρήσεις στην Ιταλία.
Ορισμένοι, ιδίως ο Τζορτζ Κέναν, υποστήριζαν ότι έπρεπε να αναληφθεί στρατιωτική δράση πριν από τις εκλογές – δεν ήθελε να το παίξει κορόνα-γράμματα. Άλλοι όμως τον έπεισαν ότι μπορούσαμε να τα καταφέρουμε με την υπονόμευση, και αποδείχθηκε ότι είχαν δίκιο.
Στην Ελλάδα, βρετανικά στρατεύματα εισέβαλαν στη χώρα μόλις αποσύρθηκαν οι Ναζί. Επέβαλαν ένα διεφθαρμένο καθεστώς που προκάλεσε την αντίσταση του λαού, αλλά η Βρετανία, εν μέσω της μεταπολεμικής παρακμής της, δεν ήταν σε θέση να διατηρήσει τον έλεγχο. Το 1947, μπήκαν στο παιχνίδι οι ΗΠΑ υποστηρίζοντας έναν δολοφονικό πόλεμο που είχε ως αποτέλεσμα 160.000 νεκρούς.
Ο πόλεμος αυτός συμπληρώθηκε με βασανιστήρια, πολιτική εξορία δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων, με τον εγκλεισμό δεκάδων χιλιάδων άλλων σε «στρατόπεδα αναμόρφωσης», όπως τα αποκαλούμε, και με την καταστροφή των συνδικάτων και κάθε δυνατότητας για άσκηση ανεξάρτητης πολιτικής.
Η Ελλάδα παραδόθηκε σιδηροδέσμια στα χέρια Αμερικανών επενδυτών και εγχώριων επιχειρηματιών , ενώ μεγάλο μέρος του πληθυσμού μετανάστευσε για να μπορέσει να επιβιώσει. Οι ωφελημένοι περιλάμβαναν συνεργάτες των Ναζί, ενώ τα θύματα ήταν κυρίως εργάτες και χωρικοί της αντιναζιστικής αντίστασης που καθοδηγούσε το ΚΚΕ.
Η επιτυχής υπεράσπιση της Ελλάδας ενάντια στον ίδιο τον πληθυσμό της αποτέλεσε το πρότυπο για τον πόλεμο του Βιετνάμ – όπως εξήγησε ο Αντλάι Στίβενσον, το 1964, στα Ηνωμένα Έθνη. Οι σύμβουλοι του Ρέιγκαν χρησιμοποίησαν το ίδιο πρότυπο στην Κεντρική Αμερική, και αυτό το πρότυπο ακολουθήθηκε σε πολλούς άλλους τόπους.
Στην Ιαπωνία, η Ουάσιγκτον εγκαινίασε την αποκαλούμενη «αντίστροφη πορεία» του 1947 που τερμάτισε τα πρώιμα βήματα προς τον εκδημοκρατισμό που είχε ακολουθήσει η στρατιωτική διοίκηση του στρατηγού ΜακΆρθουρ. Η αντίστροφη πορεία κατέστειλε τη δύναμη των συνδικάτων και άλλων δημοκρατικών δυνάμεων και παρέδωσε τη χώρα στα χέρια των εταιρειών που είχαν υποστηρίξει τον ιαπωνικό φασισμό – ένα σύστημα κρατικής και ιδιωτικής εξουσίας που διαρκεί ακόμη και σήμερα.
Όταν οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις εισήλθαν στην Κορέα, το 1945, διέλυσαν την τοπική λαϊκή κυβέρνηση, που είχαν συγκροτήσει κυρίως αντιφασίστες οι οποίοι είχαν αντισταθεί στους Ιάπωνες, και άσκησαν κτηνώδη καταπίεση , χρησιμοποιώντας την ιαπωνική φασιστική αστυνομία και Κορεάτες που είχαν συνεργαστεί μ’ αυτήν κατά τη διάρκεια της ιαπωνικής κατοχής. Περίπου 100.000 Κορεάτες δολοφονήθηκαν στη Νότια Κορέα πριν από αυτόν που αποκαλούμε πόλεμο της Κορέας, ανάμεσά τους 30-40.000 δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της καταστολής μιας εξέγερσης χωρικών στο μικρό νησί Τσεζού.
Ένα φασιστικό πραξικόπημα στην Κολομβία, εμπνευσμένο από την φρανκική Ισπανία, δεν συνάντησε καμιά αντίδραση εκ μέρους των ΗΠΑ, ούτε ένα στρατιωτικό πραξικόπημα στη Βενεζουέλα, ούτε η παλινόρθωση ενός θαυμαστή του φασισμού στον Παναμά. Αλλά η πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση στην ιστορία της Γουατεμάλας, που συγκροτήθηκε κατ’ απομίμηση του Νιου Ντιλ του Ρούζβελτ, πολεμήθηκε σκληρά από την αμερικανική κυβέρνηση.
Το 1954, η CIA σχεδίασε ένα πραξικόπημα που μετέτρεψε τη Γουατεμάλα σε επίγεια κόλαση. Έκτοτε, παραμένει στην ίδια κατάσταση, με τακτική παρέμβαση και υποστήριξη των ΗΠΑ, ιδίως κατά τις περιόδους του Κένεντι και του Τζόνσον.
Μια πτυχή της καταστολής της αντιφασιστικής αντίστασης ήταν η στρατολόγηση εγκληματιών πολέμου όπως ο Κλάους Μπάρμπι, ένας αξιωματούχος των Ες-Ες, που ήταν επικεφαλής της Γκεστάπο στη Λιόν, όπου είχε αποκτήσει και το παρανόμι του: ο χασάπης της Λιόν. Παρόλο που ευθυνόταν για ειδεχθή εγκλήματα, ο αμερικανικός στρατός του ανέθεσε την ευθύνη της κατασκοπίας των Γάλλων.
Όταν ο Μπάρμπι τελικά μεταφέρθηκε στη Γαλλία, το 1982, για να δικαστεί ως εγκληματίας πολέμου, ο απόστρατος συνταγματάρχης Γιουτζίν Κολμπ, του σώματος αμερικανικής στρατιωτικής αντικατασκοπίας, εξήγησε τη χρησιμοποίησή του ως εξής: «Οι ικανότητες του Μπάρμπι ήταν απολύτως αναγκαίες … Οι δραστηριότητές του κατευθύνονταν εναντίον του παράνομου Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της αντίστασης», τους ίδιους στόχους δηλαδή που είχαν τώρα οι Αμερικανοί ελευθερωτές.
Από τη στιγμή που οι ΗΠΑ έπαιρναν όποια περιοχή άφηναν οι Ναζί, ήταν απόλυτα λογικό να χρησιμοποιούν τους σπεσιαλίστες της καταπολέμησης των αντιφασιστικών κινημάτων. Αργότερα, όταν κατέστη δύσκολο αν όχι αδύνατο να προστατεύονται αυτοί οι χρήσιμοι τύποι στην Ευρώπη, πολλοί (μεταξύ των οποίων και ο Μπάρμπι) εξαφανίστηκαν στις ΗΠΑ ή στη Λατινική Αμερική, συχνά με τη βοήθεια του Βατικανού και των φασιστών ιερέων.
Έγιναν στρατιωτικοί σύμβουλοι των υποστηριζόμενων από τις ΗΠΑ αστυνομικών κρατών που δημιουργήθηκαν με βάση το πρότυπο του Τρίτου Ράιχ, συχνά χωρίς να το κρύβουν καθόλου. Έγιναν επίσης έμποροι ναρκωτικών, όπλων , τρομοκράτες και εκπαιδευτές – διδάσκοντας τους Λατινοαμερικανούς χωρικούς τεχνικές βασανιστηρίων που είχε επινοήσει η Γκεστάπο. Ορισμένοι από τους μαθητές των Ναζί κατέληξαν στην Κεντρική Αμερική, μια άμεση σύνδεση ανάμεσα στα στρατόπεδα θανάτου και στα αποσπάσματα θανάτου – και όλα αυτά χάρη στη μεταπολεμική συμμαχία ανάμεσα στις ΗΠΑ και στα Ες-Ες.
[Από το κεφάλαιο “Οι βασικοί στόχοι της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ”.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου